Με τον τρόπο του  Ε. Χ. Γονατά

Τα παιδιά γράφουν μικροκείμενα αξιοποιώντας φράσεις και στοιχεία ύφους από κείμενα του Ε.Χ. Γονατά, του κατεξοχήν συγγραφέα του παράδοξου στην Ελλάδα..

Ε.Χ. Γονατάς

                                                 Ανασκαφή

Αυτό το παραγιομισμένο μπαούλο, όσο και να πέφτω πάνω του βαρύς, δεν καταφέρνω να το κλείσω. Ένα κομμάτι κίτρινο ύφασμα περισσεύει ολόγυρα, μια μέλισσα πιασμένη απ' το ποδάρι σβουρίζει, ένα λουλούδι μου γνέφει απ' την κλειδαριά· ξεχνιέμαι και του μιλάω ώρες.

                                                                          *

Ο ήλιος γέμισε πορτοκάλια το δωμάτιο. Απ' τα χαλιά ξεκόλλησαν πουλιά· καθώς πετούν ολόγυρα, τα έπιπλα καθρεφτίζουν τις ωραίες τους φτερούγες που διώχνουν μακριά το θάνατο.

                                                                            *

Τα σύννεφα παραμέρισαν λίγο και στο άνοιγμα φάνηκε μισό κίτρινο φεγγάρι: Ένα μεγάλο κέρινο αυτί που τσιτώθηκε καταμεσίς τ' ουρανού ν' ακούσει.

                                                                            *

Ο αγέρας ζώνει ολούθε το καμπαναριό˙ μέσα του είναι κλεισμένο ένα μικρό πράσινο ελάτι που προσεύχεται αναμαλλιασμένο κι αλμυρό.

                                                                           *

Είχε κρεμάσει μικρούς καθρέφτες πάνου στα δέντρα για να βλέπονται τα πουλιά.

                                                                          *

Στη σκηνή σβήσαν τα φώτα. Η αίθουσα άδειασε. Ένα κερί πετάει από κάθισμα σε κάθισμα.

                                                                                          (Η κρύπτη, εκδόσεις Κείμενα, 1979)

Το ταξίδι

Στο παράθυρο φάνηκε το πουλί και μου έκανε νοήματα να βγω έξω. Σε λίγο πετούσαμε μαζί πάνω από κήπους με μηλιές, μουσκεμένους στην υγρασία. Το πουλί φλυαρούσε στ' αυτί μου: «Η σπηλιά, που σου έχω πει τόσες φορές, δεν είναι μακριά. Το βατράχι που φυλάει μπροστά με ξέρει˙ τον πατέρα του τον έλιωσε προχτές η ρόδα της βοδάμαξας. Εκεί, στη σάπια κάσα, ανάμεσα στους πράσινους δυόσμους, είναι κρυμμένο το παλιό χέρι».

                                                                     (Τρεις δεκάρες και άλλα αφηγήματα, στιγμή, 2006)

Στέλλα Βόσσου, Β1

Ακούστηκε η κραυγή του. Σωριάστηκε στο χώμα και η ψυχή του ξεκίνησε το αιώνιο ταξίδι της. Όλο και πιο πάνω. Μέχρι και τα σύννεφα παραμέρισαν λίγο, για να της κάνουν χώρο. Καταδικασμένη να ανεβαίνει, να ανεβαίνει ώστε να φτάσει εκεί που πάντα ήθελε. Στη θάλασσα καθρεφτίζονται οι ωραίες της φτερούγες και συνεχίζει.

Αλκμήνη Αμπαζή, Β1

Τα σύννεφα παραμέρισαν λίγο. Πάνω στο φεγγάρι στέκει μια ολόλευκη πόρτα. Ένα λουλούδι μού γνέφει από την κλειδαριά. Πλησιάζω. Προσπαθώ να το φτάσω. Μα τότε, ένα σμήνος πουλιών με προσπερνά. Πετούν ψηλά και με τις ωραίες τους φτερούγες διώχνουν μακριά τον θάνατο. Τα ακολουθώ κι εγώ. Πετάω μαζί τους. Ξεχνιέμαι και τους μιλάω ώρες. Και τότε η πόρτα εξαφανίζεται, φεύγει απ' το φεγγάρι και εκείνο αλλάζει σχήμα. Γίνεται ένα μεγάλο κέρινο αυτί που τσιτώθηκε καταμεσής του ουρανού να ακούσει την συζήτησή μας.

Άννα Γιαννοπούλου, Β1

                                                                    Το μπαούλο

Ένα σκονισμένο μπαούλο είναι παρατημένο στην παλιά σοφίτα. Κανείς δεν έχει μπει να το ανοίξει για πολύ καιρό. Εγώ ανοίγω τη μικρή πόρτα της σοφίτας και προσπαθώ να το ανοίξω. Τελικά το ανοίγω κι από μέσα βγαίνουν γαλαζοπράσινες θάλασσες και βραδινοί έναστροι ουρανοί, ξεχασμένα καλοκαίρια και ζεστές χρυσές αμμουδιές. Βγαίνουν και χιονισμένα βουνά με πανύψηλα έλατα, λιβάδια με ηλιοτρόπια, νησιά κυκλαδίτικα, πύρινοι ήλιοι, ασημένια φεγγάρια. Τώρα δεν θέλω να το ξανακλείσω. Το παίρνω και το βάζω στο σαλόνι, να το ανοίγω κάθε μέρα.

Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, Β1

Στο παράθυρο φάνηκε το πουλί και μου έκανε νόημα να βγω έξω. Με πήρε και με συνόδεψε ως τον ουρανό και εκεί έμεινα για το υπόλοιπο της ζωής μου, χαρούμενα και πνευματικά χωρίς κανένα υλικό αγαθό.

Γιώργος Βενιζέλος, Β1

                                    Περπατώντας στην πλατεία του χωριού

Ήταν φθινόπωρο, περπατούσα στην πλατεία του χωριού μας. Μια νοικοκυρά σκούπιζε τα φύλλα από τα δέντρα αλλά ένα ψιλόβροχο την σταμάτησε και μπήκε μέσα. Η βροχόπτωση μεγάλωσε. Τότε κάθισα κάτω από το υπόστεγο του σπιτιού της κυρίας και παρατήρησα τα φύλλα με το νερό. Το θέαμα ήταν μαγευτικό, ένας μεγάλος χάρτης γεμάτος ζωή που με γέμισε με σκέψεις από την παιδική μου ηλικία, αλλά όσο τον παρατηρούσα καλύτερα έβλεπα κάτι σαν μια δεύτερη γη. Πολλά σαλιγκάρια άρχισαν να περνούν πάνω από τα φύλλα. Φαίνονταν τόσο ωραία, σαν μικρά καραβάκια που ψάχνουν να βρουν τον δρόμο τους.

Μαριτίνα Βασιλάκου, Β1

                                                             Ο σκαντζόχερος

Κάθεται μόνος και αγναντεύει από τον φάρο την φουρτουνιασμένη θάλασσα. Είναι μόνος σε αυτό το νησί, δε χρειάζεται τα λαμπερά τους δόντια που θα τον κατασπαράξουν, ή τα φώτα των καμερών στα όνειρά του. Tα σύννεφα παραμέρισαν λίγο και στο άνοιγμα φάνηκε μισό κίτρινο φεγγάρι: ένα μεγάλο κέρινο αυτί που τσιτώθηκε καταμεσής τ' ουρανού ν' ακούσει. Έχει τη θέρμη που δεν βρήκε ποτέ στο βουητό του μικροφώνου της εξέδρας του. Στην μικρή αχλαδιά, το μοναδικό δέντρο του νησιού, έχει κρεμάσει καθρέφτες για να βλέπουν τα πουλιά, του αρέσει να τα βλέπει να στριφογυρίζουν σαν ανεμοστρόβιλος, τα ζωντανά τους χρώματα ποτέ δεν τον τρόμαξαν. Δεν μπορεί όμως να κοιτάξει τον εαυτό του, δεν αντέχει τα χιλιάδες μάτια που τον κοιτούν επίμονα και ζητούν και βγάζουν χέρια που τον πνίγουν. Όταν το νερό όμως τον κοιτά βλέπει μόνο χώμα.

Αναστάσης Αρσενιάδης – Νικόλας Βουτσινάς, Β1

Βρισκόταν σε έναν διάδρομο, στενό, φωτεινό, και περπατούσε. Στον διάδρομο σβήσανε ξαφνικά τα φώτα κι αυτός κάθισε σε μια γωνιά απελπισμένος. Σύννεφα γκρι εμφανίστηκαν. Τότε ένα λουλούδι του γνέφει από μια κλειδαριά μιας πόρτας στην άλλη άκρη του διαδρόμου. Ένα λουλούδι, όχι σκοτεινό όπως ο διάδρομος, αλλά φωτεινό με έντονα χρώματα. Αυτός προσπαθεί να το πλησιάσει αλλά μέσα στην θλίψη και τη μοναξιά του δεν μπορεί να κουνηθεί. Προσπαθεί όμως περισσότερο και ακόμα περισσότερο, ώσπου τα καταφέρνει και σηκώνεται και περπατά προς το φωτεινό λουλούδι. Το λουλούδι μπαίνει στην κλειδαριά και πάει προς την άλλη πλευρά της πόρτας. Στην κλειδαριά εμφανίζεται ένα κλειδί, φωτεινό, και αυτός ανοίγει την πόρτα. Τα σύννεφα παραμέρισαν λίγο.

Στην άλλη πλευρά είναι μια αίθουσα, σκοτεινή πάλι και άδεια, μόνο με μερικά έπιπλα. Ένα φτερωτό κερί πετάει από κάθισμα σε κάθισμα κι αυτός τρέχει και το πιάνει. Τα φτερά του κεριού εξαφανίζονται τότε και εμφανίζονται πάλι στο σώμα αυτού. Αυτός με το κερί στον νου του βγαίνει πετώντας από ένα παράθυρο στην απέναντι πλευρά της αίθουσας απ' την πόρτα, χωρίς φόβο πια και δισταγμό. Τα γκρι σύννεφα εξαφανίζονται τελείως.

Έξω ήταν νύχτα και στον ουρανό φαινόταν ένα τεράστιο, φωτεινό, κίτρινο φεγγάρι πάνω από μια μαύρη θάλασσα. Αυτός προσπαθεί να πετάξει πιο ψηλά και πηγαίνει πάνω και πιο πάνω, ώσπου ο ουρανός φωτίζει και αυτός μπαίνει σε μια στρώση φωτεινών λευκών σύννεφων. Κοιτά ξανά κάτω και μέσα από τα σύννεφα μπορεί να δει κι άλλους ανθρώπους κολλημένους σε σκοτεινά μέρη ανήμπορους να βγουν. Όταν κοντεύει πια σχεδόν πάνω από τα σύννεφα βλέπει ένα έντονο φως. Έχει τώρα πλησιάσει αρκετά κοντά, ώστε σχεδόν μπορεί να δει ξεκάθαρα το φως χωρίς τα σύννεφα. Από εκεί βλέπει τους ανθρώπους κολλημένους και πάει να τους φωνάξει να κάνουν κάτι.

Και τότε, ξυπνά στη μέση του διαδρόμου όπου ξεκίνησε, μόνο που τώρα είναι φωτεινός, χωρίς τα σύννεφα, και με μια έξοδο στην μια άκρη που οδηγεί στη γη. Αυτός την διασχίζει, κοιτά πίσω του και δεν βρίσκει τον διάδρομο. Αυτός βρίσκεται στη Γη τώρα. Αυτός έχει καταλάβει τι μπορεί να καταφέρει με προσπάθεια και κουράγιο. Αυτός είναι όλοι μας.

Γιώργος Αθανασόπουλος – Νικήτας Βερύκιος, Β1

Κοιτάω απ' το παράθυρο, τα σύννεφα φεύγουν και αποκαλύπτουν το φεγγάρι που είναι έτοιμο να ακούσει τις ανησυχίες μου. Και ξαφνικά, ένα λουλούδι μου γνέφει από την κλειδαριά. Ανοίγω το παράθυρο, το βλέπω αναμαλλιασμένο, ξεχνιέμαι και του μιλάω για ώρες, κι αυτό με μεταφέρει σε κόσμους με μικρούς καθρέφτες πάνω στα δέντρα για να βλέπονται τα πουλιά και σε δωμάτια με πορτοκάλια. Από τα χαλιά ξεκόλλησαν πουλιά. Kαθώς πετούν ολόγυρα, τα έπιπλα καθρεφτίζουν τις ωραίες τους φτερούγες που διώχνουν τον θάνατο.

© 2023-2024 2ο Πρότυπο Γυμνάσιο Αθηνών
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε