Μικροαφηγήσεις με έμφαση στο διδακτικό στοιχείο

                                                          Η σοφία του σκύλου

                                                            Αφρικανικός μύθος

Μια μέρα εννιά άγριοι σκύλοι βγήκαν να κυνηγήσουν. Στο δρόμο συνάντησαν ένα Λιοντάρι που τους είπε ότι κι αυτό είχε βγει να κυνηγήσει, και τους πρότεινε να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να κυνηγήσουν μαζί. Οι σκύλοι συμφώνησαν, και κυνήγησαν μαζί με το λιοντάρι όλη την ημέρα. Όταν έπεσε το βράδυ, είχαν πιάσει δέκα αντιλόπες. Το Λιοντάρι είπε: «Πρέπει να πάμε να βρούμε κάποιους ανθρώπους αρκετά σοφούς για να μοιράσουν το κρέας μεταξύ μας όπως πρέπει.»

Ένας από τους σκύλους είπε: «Για ποιο λόγο; Δε χρειάζεται και πολλή σοφία για να κάνει κανείς τη μοιρασιά. Δέκα δεν είμαστε; Πιάσαμε δέκα αντιλόπες, επομένως μια δίκαιη μοιρασιά είναι να πάρουμε μία ο καθένας.»

Την ίδια στιγμή το Λιοντάρι σηκώθηκε όρθιο, και με το μεγάλο του πόδι χτύπησε τον θρασύ σκύλο και τον τύφλωσε.

Τα υπόλοιπα σκυλιά έμειναν έκπληκτα και τρομοκρατημένα. Ένα απ' αυτά βρήκε το θάρρος και είπε: «Όχι, όχι, ο αδερφός μας έκανε λάθος. Δεν ήταν αυτός ο σωστός τρόπος για να μοιράσουμε το κρέας. Το Λιοντάρι είναι ο βασιλιάς του κόσμου, και αν πάρει εννιά αντιλόπες, θα γίνουν δέκα. Εμείς είμαστε εννιά και αν πάρουμε μία αντιλόπη, θα γίνουμε δέκα. Αυτή είναι η καλύτερη μοιρασιά!»

Το Λιοντάρι ευχαριστήθηκε και έσπευσε να επικροτήσει το σκύλο: «Δεν είσαι ανόητος σαν τον αδελφό σου. Τι έξυπνος σκύλος! Πώς απόχτησες τέτοια σοφία;»

Και ο σκύλος απάντησε, «Όταν χτύπησες τον αδελφό μου και τον τύφλωσες, τότε απόχτησα κι εγώ αυτού του είδους τη σοφία».

(Susan Feldman, Afrikan myths and tales, edited by_, Dell publishing Co., Inc., New York 1963, μτφρ. από τα αγγλικά Ξένη Σκαρτσή)

                                                         Το κογιότ και το κοράκι

                                                            Ινδιάνικος μύθος

Το κογιότ ταξίδευε στη χώρα, πολεμώντας τα τέρατα κι ετοιμάζοντας τον κόσμο για το νέο λαό, τους ινδιάνους, που ήταν ν' ακολουθήσουν. Πέρασε τα Βουνά των Καταρρακτών κι έφτασε στη Χώρα του Πιούτζετ Σάουντ. Πεινούσε, πεινούσε πολύ.

Είδε το Κοράκι να κάθεται στην κορφή ενός ψηλού γκρεμού μ' ένα στρογγυλό κομμάτι λίπος ζαρκαδιού στο στόμα του. Το Κογιότ κοίταζε το Κοράκι με το λίπος του και σκεφτόταν τι νόστιμα θα ήταν. Καθώς πείναγε όλο και πιο πολύ, αναρωτιόταν πώς θα έπαιρνε αυτός το λίπος. Σκέφτηκε πολύ. Μετά γέλασε.

«Ξέρω τι θα κάνω. Ξέρω πώς θα μπορέσω να πάρω το λίπος απ' το Κοράκι.»

Μετά το κογιότ πήγε κοντά στους πρόποδες του γκρεμού και φώναξε:

«Ε Αρχηγέ! Μαθαίνω πως μπορείς να βγάλεις ένα ωραίο ήχο με τη φωνή σου. Είσαι μεγάλος αρχηγός, το ξέρω. Είσαι σοφός αρχηγός, το 'χω ακούσει. Ας ακούσω τη φωνή σου, Αρχηγέ. Θέλω να ακούσω τη φωνή σου, Αρχηγέ Κοράκι».

Το Κοράκι ευχαριστήθηκε που το λέγανε Αρχηγό. Απάντησε λοιπόν:

«Κάου!»

Φυσικά το κομμάτι το λίπος ζαρκαδιού έπεσε από τ' ανοιχτό στόμα του Κορακιού.

Το Κογιότ τ' άρπαξε γρήγορα. Μετά γέλασε.

« Δεν είσαι σοφός αρχηγός», είπε. «Σε φώναξα 'Αρχηγό' μονάχα για να σε ξεγελάσω. Ήθελα το λίπος σου. Πεινάω. Τώρα πείνα εσύ, με την ανοησία σου».

(Σ.Λ. Σκαρτσής, Σταχυολογήματα, Διδακτικά Βιβλία, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Πατρών, 2001)

  Φίλιππος Φιλίππου

                                                            Ο τρελός ποιητής

Στο χωριό τον κορόιδευαν και τον χλεύαζαν «δεν είναι ίδιος με εμάς γιατί δεν τον αφήνουν στο τρελοκομείο». Πράγματι ήταν διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Ήταν απόμακρος, τα λόγια του δυσνόητα και μπερδεμένα. Δεν είχε φίλους. Τη μέρα την περνούσε περιφερόμενος στα σοκάκια τραγουδώντας, είτε στο ποτάμι γράφοντας. Απ' όπου περνούσε είτε τον έβριζαν, είτε του έκλειναν την πόρτα. Κάποιοι του κόλλησαν το προσωνύμιο "ο τρελός ποιητής". Τον ίδιο δεν τον ένοιαζε! Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να έχει χαρτί και στυλό. Μέχρι και στον κοινοτάρχη πήγαν για να δουν πως μπορούν να τον ξεφορτωθούν. Ο ίδιος συνέχιζε απτόητος να τραγουδά και να γράφει. Κάποια στιγμή πέθανε. Το χωριό ανακουφίστηκε από την απαλλαγή του "τρελού". Όσο για την κηδεία του, εκτός από τον ιερέα κανείς δεν πήγε. Σήμερα είναι Κυριακή. Όλοι στο χωριό πήγαν εκκλησία και προσευχήθηκαν. Μαζί τους και αρκετοί κρατικοί αξιωματούχοι. Μετά τη λειτουργιά ο υπουργός παιδείας τελεί τα αποκαλυπτήρια της προτομής του "τρελού"! Επίσης έχει ανακαινιστεί το πατρικό του, το "καλύβι" του, ενώ παιδιά του δημοτικού απαγγέλλουν ποιήματά του. Όσο για τους χωριανούς του είναι όλοι πρόθυμοι να μιλήσουν για «τον εθνικό ποιητή της χώρας», δηλαδή αυτόν που κάποτε αποκαλούσαν «ο τρελός ποιητής».

                                                   (Ιστορίες Μπονσάι, τοβιβλίο, Θεσσαλονίκη 2016, τοβιβλίο.net)

Μπέρτολτ Μπρεχτ

                                               Εν αναμονή μεγάλων καταιγίδων

Σε κάποιο παλιό βιβλίο για τους ψαράδες του Lofoten διαβάζω:

Όταν αναμένονται μεγάλες καταιγίδες, συμβαίνει πάντοτε το ίδιο, μερικοί από τους ψαράδες δένουν γερά τα καΐκια τους στην παραλία και τρέχουν να προφυλαχτούν στη στεριά, άλλοι πάλι βιάζονται να ξανοιχτούν στη θάλασσα. Τα καΐκια όταν είναι καλοτάξιδα, είναι πιο ασφαλισμένα στη φουρτούνα παρά στην παραλία.

Ακόμα και μέσα στις πιο μεγάλες καταιγίδες μπορούν να σωθούν από το έμπειρο χέρι του καπετάνιου, στην παραλία όμως ακόμα και σε πιο μικρές καταιγίδες θα κομματιαστούν από τα κύματα. Για τους ιδιοκτήτες τους αρχίζει τότε μια πάρα πολύ σκληρή ζωή.

(Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ιστορίες, μτφρ. Γιώργος Κώνστας, Εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος 1988)

Εμμανουέλα Μαστοράκη, Γ4

Πριν από πολλά χρόνια από το μηδέν δημιουργήθηκε ο ουρανός και τα αστέρια. Κάποια αστέρια διαλύθηκαν, άλλα έγιναν ήλιοι. Η σκορπισμένη αστερόσκονη έφτασε σε όλες τις γωνιές του κόσμου, ακόμα και στη γη. Τα πάντα δομήθηκαν από αυτή όπως και εμείς.

Επομένως όλοι μας κρύβουμε την μαγεία του σύμπαντος μέσα μας.

Θεοδώρα Νικολαΐδου, Γ4

Κάποτε ένας φίλος μού είπε μία ιστορία:

Όταν εμφανίζονται ψηλά βουνά στον δρόμο τους οι περισσότεροι κάνουν όλοι το ίδιο, πάνε γύρω-γύρω. Όμως αυτοί που αποφασίζουν να το ανεβούν συναντάνε τα πιο ωραία πράγματα. Όταν, λοιπόν, φτάσουν στην κορυφή τούς περιμένει η καλύτερη θέα που έχουν δει, είναι σαν όλος ο κόσμος να 'ναι από κάτω τους.

Επιμύθιο: Αυτή η ιστορία θέλει να μας πει ότι όσοι δεν προσπαθούν δεν καταφέρνουν να δουν τα ωραία της ζωής.

Απόστολος Μόρφης, Γ4

Κάποτε, ένας φτωχός άνθρωπος, μη έχοντας τίποτα να χάσει, ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι αναζητώντας έναν πολύτιμο θησαυρό. Μαζί του πήρε μόνο μια βαλίτσα με δύο ρούχα όλα κι όλα. Πέρασε από πολλά μέρη μέχρι να βρει λεφτά για να προχωρήσει. Όταν πια είχε φτάσει στον προορισμό του, είχαν περάσει χρόνια, και γέρος πλέον, ο άνθρωπος αυτός μαθαίνει πως ποτέ δεν υπήρξε θησαυρός, παρά μόνο ένας παλιός μύθος. Έτσι καθώς ετοιμαζόταν να γυρίσει στον τόπο του, συνειδητοποίησε πως η σχεδόν άδεια βαλίτσα με την οποία είχε ξεκινήσει, ήταν πλέον γεμάτη με πράγματα αξίας, έστω συναισθηματικής, που μάζεψε από το μεγάλο ταξίδι του.

Δανάη Νίκα, Γ4

Ήταν ένας κήπος γεμάτος λευκές μαργαρίτες. Μια μέρα άρχισαν να φυτρώνουν κόκκινες και μπλε. Οι λευκές τις κορόιδευαν επειδή τις θεωρούσαν περίεργες και παρείσακτες, όμως όταν ήρθαν οι άνθρωποι μάζευαν και πουλούσαν μόνο αυτές.

Επιμύθιο: Το κείμενο θίγει τη διαφορετικότητα. Θέλει να δείξει πως δεν είναι ελάττωμα αλλά προτέρημα. Όλοι είμαστε διαφορετικοί και μοναδικοί , αυτό μας κάνει όμορφους. Θα κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη αν ξεχωρίζουμε κι όχι αν κρυβόμαστε πίσω από τους άλλους.

Επιπλέον αύτη η μικροαφήγηση μπορεί να παραπέμπει στα πρότυπα ομορφιάς που βάζει η κοινωνία στους ανθρώπους – πχ για να θεωρείται κάποιος όμορφος πρέπει να είναι λεπτός και ξανθός– κι έτσι τους ωθεί να τα ακολουθήσουν ώστε να γίνουν αποδεκτοί από όλους. Το πρόβλημα είναι ότι όχι μόνο κάνει τους ανθρώπους ανασφαλείς αλλά τους οδηγεί να ακολουθούν συγκεκριμένα πρότυπα κάνοντας τους όλους ίδιους και χάνοντας τη μοναδική τους ομορφιά.

Ήμουν με τους φίλους μου βόλτα. Καθώς περπατούσαμε είδαμε ένα πανέμορφο κορίτσι και σκεφτήκαμε να της μιλήσουμε. Μόλις πλησιάσαμε και ακούσαμε πόσο άσχημα συμπεριφερόταν στους άλλους αισθανθήκαμε σαν να πηγαίναμε να μιλήσουμε στο πιο άσχημο κορίτσι του κόσμου.

Επιμύθιο: Η ομορφιά πηγάζει από μέσα μας, δεν είναι μόνο εξωτερική αλλά και εσωτερική.

Λία Μεσχοράτζε, Γ4

Αλεπού, λύκος και αρκούδα, κοιτάζουν όλοι το ελάφι που σκότωσαν, χαρούμενοι, ξέροντας πως θα φάνε καλά σήμερα. Ο λύκος κάθεται και λέει πως αυτός θέλει να πάρει την κοιλιά του ελαφιού, καθώς είναι το καλύτερο κομμάτι. Η αρκούδα φέρνει αμέσως αντίρρηση και λέει πως αφού αυτή είναι η πιο δυνατή, εκείνη πρέπει να φάει το καλύτερο κομμάτι. Η αρκούδα και ο λύκος αρχίζουν να τσακώνονται αγνοώντας την αλεπού, η οποία δεν έφερνε ποτέ αντίρρηση σε κανέναν. Μετά από λίγο, και αφού νίκησε η αρκούδα, γυρνάνε οι δυο ανταγωνιστές για να φάνε το ελάφι, αυτό, όμως, είχε γίνει άφαντο μαζί με την αλεπού.

Επιμύθιο: Πρέπει πάντα να υπολογίζουμε τους άλλους και να μην τους υποτιμάμε. Ποτέ δεν ξέρουμε αν αυτό που δείχνουν εξωτερικά αντιπροσωπεύει τις σκέψεις τους.

Κατερίνα Μπακογιάννη, Γ4

Μια φορά κι έναν καιρό κάποια λιοντάρια συζητούσαν και έλεγαν ότι αυτά είναι τα πιο δυνατά ανάμεσα στα ζώα και δεν μπορεί κανένας να συγκριθεί μαζί τους. Τότε όλα τα λιοντάρια συμφώνησαν μεταξύ τους. Έπειτα μίλησε το πιο μεγάλο και το πιο σοφό: Υπάρχει ένα πλάσμα στο κόσμο που είναι πονηρό, έξυπνο και μικρό σε ανάστημα. Κανένας από εμάς δεν φοβήθηκε κανέναν εκτός από τον άνθρωπο. Τότε πετάχτηκε ένα λιοντάρι και λέει: Δεν πιστεύω ότι ο άνθρωπος είναι πιο δυνατός από εμάς. Γι' αυτό θα πάω να τον συναντήσω για να σας το αποδείξω. Καθώς περπατούσε είδε μπροστά του έναν κυνηγό ο οποίος είχε καθίσει να ξεκουραστεί. Τον πλησίασε και του είπε: «Δεν με φοβάσαι; Είμαι λιοντάρι. Είμαι πιο δυνατό». «Όχι. Παρόλο που εγώ είμαι μικρόσωμος κρύβω την δύναμή μου μέσα στο μυαλό μου», είπε ο άνθρωπος.« Έλα να παλέψουμε», είπε το λιοντάρι. Καθώς πλησίαζε τον άνθρωπο έπεσε στην παγίδα που είχε στήσει ο κυνηγός. Παγιδεύτηκε στα δίχτυα και δεν μπορούσε να φύγει. Τότε ο κυνηγός το έλυσε και το λιοντάρι έφυγε γρήγορα φοβισμένο.

Επιμύθιο: Η πνευματική δύναμη είναι πάνω από τη σωματική.

Άγγελος Ντάσης, Γ4

Κάποτε υπήρχε ένα χωριό το οποίο βρισκόταν μπροστά από ένα πολύ ψηλό βουνό, το οποίο ποτέ κανένας δεν δοκίμασε να περάσει γιατί όλοι φοβόντουσαν πως θα ήταν πολύ επικίνδυνο και δεν ήθελαν να πάνε σε μια καινούρια περιοχή. Όλοι ήθελαν να μένουν μόνιμα στο γνωστό για αυτούς χωριό μέχρι που κάποια στιγμή άρχισαν να υπάρχουν σοβαρά προβλήματα. Έγινε πόλεμος με μια γειτονική πόλη. Αφότου η γειτονική πόλη νίκησε το χωριό, εμπόδιζε τους ανθρώπους του χωριού να κάνουν εμπόριο και τους επέβαλε πολλούς φόρους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το χωριό να φτωχύνει και οι άνθρωποι να μην μπορούν να βρουν ούτε τα βασικά για να ζήσουν.

Μια μέρα μια ομάδα από νέους αποφάσισαν να δοκιμάσουν την τύχη τους περνώντας το ψηλό βουνό. Έλειπαν δύο μήνες από το χωριό. Όταν επέστρεψαν από το ταξίδι τους έφεραν πολλούς θησαυρούς μαζί τους, και η ζωή στο χωριό έγινε πολύ καλύτερη.

Επιμύθιο : Μερικές φορές για να δούμε βελτίωση πρέπει να ρισκάρουμε και να δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό.

Γιάννης Μούστος, Γ4

Κάποτε, ήταν δυο αδελφοί. Μια μέρα, προσφέρθηκε στον μεγάλο αδελφό μια ευκαιρία να δουλέψει στη δουλειά που ονειρευόταν. Ωστόσο, αυτή η δουλειά απαιτούσε από τον αδελφό να πάρει ένα μεγάλο ρίσκο καθώς θα έπρεπε να αφήσει την χώρα του και την ζωή του εκεί για να ταξιδέψει στην άλλη πλευρά του κόσμου χωρίς να του εγγυάται κάποιος την θέση του. Μετά από πολλή σκέψη αποφάσισε να απορρίψει την πρόταση. Μετά από λίγο καιρό η ίδια πρόταση προσφέρθηκε στον μικρό αδελφό ο οποίος την αποδέχτηκε χωρίς δισταγμό. Τελικά, ο μικρός αδελφός είχε μεγάλη επιτυχία και ξεπέρασε όλα για όσα είχε ανησυχήσει ο αδελφός του. Αντίθετα, ο μεγάλος αδελφός μετάνιωσε την επιλογή του να μην πάρει το ρίσκο.

Επιμύθιο:

Αστοχείς σε κάθε ρίσκο που δεν παίρνεις.

Θάλεια Ξούρια, Γ4

Μικρή ιστορία

Όταν οι καθηγητές μου και οι φίλες της μητέρας μου με ρωτούσαν τι μου αρέσει να τρώω, έλεγα παγωτό. Ποιο είναι το αγαπημένο σου φαγητό; Παγωτό. Ποιο είναι το αγαπημένο σου γλυκό; Παγωτό. Ποιο είναι το αγαπημένο σου πράμα; Παγωτό. Η μητέρα μου παραξενευόταν, καθώς δεν είχα φάει ποτέ παγωτό. Όταν κάποια στιγμή μου δόθηκε η ευκαιρία να φάω παγωτό από ένα από τα καλύτερα μαγαζιά του κόσμου, αρνήθηκα. Σε όλους φάνηκε περίεργο, είπαν πως τρελάθηκα. Μα γιατί να καταστρέψω τη χαρά που μου δίνει το παγωτό, δοκιμάζοντας το;

Επιμύθιο : Η ιδέα μάς αρέσει περισσότερο απ' την πραγματικότητα.

© 2023-2024 2ο Πρότυπο Γυμνάσιο Αθηνών
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε